Καθώς μία ταραχώδη χρονιά – κατά την οποία η πανδημία οδήγησε στη μεγαλύτερη παγκόσμια ύφεση εδώ και σχεδόν έναν αιώνα, ενώ χαρακτηρίστηκε από την ιστορική «Μαύρη Δευτέρα» και τη «Μαύρη Πέμπτη» των χρηματιστηρίων, των πόλεμο τιμών Σαουδικής Αραβίας και Ρωσίας που οδήγησαν τις τιμές του πετρελαίου ακόμη και σε αρνητικά επίπεδα, το συνεχιζόμενο σίριαλ του Brexit και τις δραματικές προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ – πλησιάζει στη δύση της, για τους οικονομολόγους και αναλυτές κορυφαίων διεθνών τραπεζών διανύουμε πλέον το τελευταίο «σκοτάδι πριν την αυγή» του 2021.
Η οικονομική κατάρρευση του 2020 αποτέλεσε πάντως ορόσημο για κάποιες αξιοσημείωτες εξελίξεις. Απλώς να σκεφτεί κανείς πως π.χ. από τις πολιτικές λιτότητας η ευρωζώνη προχώρησε σε κάποιας μορφής έκδοση κοινού χρέους ώστε να στηριχθούν οι οικονομίες, ο Ντόναλντ Τραμπ έγινε ο τέταρτος πρόεδρος των ΗΠΑ μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που (πιθανώς) δεν κέρδισε μια δεύτερη θητεία, ενώ δεκαπέντε οικονομίες της περιοχής Ασίας-Ειρηνικού υπέγραψαν τη μεγαλύτερη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου στον κόσμο (RCEP), καλύπτοντας σχεδόν το ένα τρίτο του παγκόσμιου πληθυσμού και περίπου το 30% του παγκόσμιου ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος χωρίς τις ΗΠΑ ή την Ευρώπη.
Οι εκτιμήσεις για το παγκόσμιο χρέος
Οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες «έριξαν» σχεδόν 30 τρισ. δολ. για να στηρίξουν τις οικονομίες εκτοξεύοντας το παγκόσμιο χρέος, το οποίο σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (ΙΙF) θα φθάσει στο τέλος του 2020 στα 277 τρισ. δολ. αντιπροσωπεύοντας το 356% του παγκόσμιου ακαθάριστου προϊόντος.
Ποσοστό μεγαλύτερο από το 70% της παγκόσμιας αγοράς κρατικών ομολόγων, μεταξύ των οποίων πλέον και της Ελλάδας, έχει απόδοση 1% ή χαμηλότερη, ενώ περίπου το 30% καταγράφει αρνητική απόδοση, με τη χώρα μας να δανείζεται πλέον για δύο, τρία, ακόμη και για πέντε χρόνια κάποια στιγμή την περασμένη εβδομάδα, με αρνητικά επιτόκια, ενώ και για 10 χρόνια οι αγορές μας δανείζουν πιο φθηνά από τις ΗΠΑ. Το μέσο κόστος αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους έχει υποχωρήσει περαιτέρω από την κρίση της χρηματοπιστωτικής αγορά του 2008 και την κρίση χρέους του ευρώ, καθώς το επιτόκιο αναχρηματοδότησης αναμένεται να μείνει για πολλά χρόνια χαμηλότερα από το ποσοστό ανάπτυξης.
Ορθολογική προσέγγιση
Η έλευση αποτελεσματικών εμβολίων τα οποία αναμένεται να διατεθούν σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού στο α’ εξάμηνο του 2021, σε συνδυασμό με την οριστικοποίηση της νίκης του Τζο Μπάιντεν στις ΗΠΑ που αυξάνουν τις προσδοκίες για μία πιο ορθολογική προσέγγιση στις διεθνείς γεωπολιτικές, εμπορικές και οικονομικές σχέσεις, δημιουργούν τις προϋποθέσεις μιας σταδιακής επιστροφής προς την ομαλότητα, με τη μέση εκτίμηση των αναλυτών να αναφέρει πως η παγκόσμια οικονομία μετά από μία ύφεση 4%-5% εφέτος θα ανακάμψει με ρυθμό 2,5%-3% το 2021.
Ωστόσο, όπως εκτιμά π.χ. η ING, σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και πιθανώς και στις ΗΠΑ τα πράγματα θα επιδεινωθούν προτού βελτιωθούν.
Τα λοκντάουν τους χειμερινούς μήνες απαιτούν την αντοχή των ανθρώπων, αλλά και περισσότερες δημοσιονομικές και νομισματικές παρεμβάσεις από τις κυβερνήσεις και τις κεντρικές τράπεζες.