Σειρά κρίσιμων ζητημάτων για τους όρους και τις προϋποθέσεις της ανάθεσης επίβλεψης δημοσίων έργων από ιδιώτες μηχανικούς. Θέτει η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής. Κάνοντας συγκεκριμένες παρατηρήσεις επί του άρθρου 57. Του νομοσχεδίου για τις δημόσιες συμβάσεις που εγκαθιδρύει τη συμμετοχή των ιδιωτών σε δημόσια έργα.
Στην αιχμή των παρατηρήσεων η υπόμνηση της επιτροπής όσον αφορά τυχόν ποινικές ευθύνες από πλευράς Ιδιωτών ζητώντας μεγαλύτερη «θεσμική εδραίωση» της ευθύνης αυτής. Σύμφωνα με το άρθρο 57, οι Ιδιωτικοί Φορείς Επίβλεψης, θα έχουν ποινική ευθύνη δημοσίου υπαλλήλου. Ωστόσο, η Επιστημονική Υπηρεσία, ζητάει να υπάρξει αναφορά στη παραπομπή ως προς την ποινική ευθύνη. Στις αντίστοιχες διατάξεις του Υπαλληλικού και Ποινικού Κώδικα, υπογραμμίζοντας ωστόσο, μία ασυμβατότητα ως προς αυτό, καθώς τα αδικήματα που προβλέπουν οι εν λόγω διατάξεις, προϋποθέτουν, την υπαλληλική ιδιότητα του δράστη.
Ειδικότερα, για το συγκεκριμένο θέμα σημειώνει τα εξής:
«Επίσης, προβλέπεται ότι ο ΙΦΕ ευθύνεται έναντι του κυρίου του έργου και για ελαφρά αμέλεια, ενώ, επίσης, υπέχει «ποινική ευθύνη δημόσιου υπαλλήλου» (παρ. 3 του άρθρου 136 του ν. 4412/2016) κατά την εκτέλεση των υποχρεώσεών του. Ως προς τη συγκεκριμένη διατύπωση σημειώνεται ότι είναι σκόπιμο, εν προκειμένω, να γίνεται παραπομπή στις αντίστοιχες διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα. Καθώς και του Ποινικού Κώδικα (άρθρα 235 έως 263α, που προβλέπουν τα αδικήματα σχετικά με την υπηρεσία, τα οποία, βέβαια, προϋποθέτουν την υπαλληλική ιδιότητα του δράστη)».
Διευκρίνιση για το είδος της σύμβασης
Η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, ζητάει ακόμη, να διασαφηνιστεί εάν η σύμβαση επίβλεψης που συνάπτουν οι εκάστοτε ΙΦΕ, θα είναι δημόσια ή ιδιωτική. Θέτοντας εμμέσως πλην σαφώς κα ζήτημα δικαιωμάτων αποζημιώσεων των επιβλεπόντων ιδιωτών. Οι οποίες, πρέπει να εξειδικευτούν με συγκεκριμένες διατάξεις: Χαρακτηριστικά για το θέμα αναφέρει:
«Περαιτέρω, σκόπιμο είναι να γίνεται, με την προτεινόμενη διάταξη, καθορισμός της φύσης της σύμβασης επίβλεψης στον ΙΦΕ. Ήτοι, αν πρόκειται για δημόσια ή ιδιωτική σύμβαση -, προκειμένου να εξειδικευθούν οι εφαρμοστέες διατάξεις ως προς τα καθήκοντα, υποχρεώσεις και ευθύνες κάθε μέρους, καθώς και το πλαίσιο αστικής και επαγγελματικής ευθύνης του ΙΦΕ, λαμβανομένου υπόψη ότι οι δημόσιες συμβάσεις υπόκεινται σε αυξημένες απαιτήσεις δημοσιονομικής διαχείρισης και λογοδοσίας».
Η επιλογή με βάση ποιοτικά χαρακτηριστικά
Αίσθηση προκαλεί επίσης η υπόμνηση της Επιστημονικής Υπηρεσίας περί επιλογής των ΙΦΕ για τους οποίους αναφέρει, ότι οι αναθέτουσες αρχές οφείλουν να καθορίζουν τα εκάστοτε κριτήρια επιλογής στην οικεία διακήρυξη. Βάσει των απαιτήσεων και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της υπό ανάθεση σύμβασης. Και όχι βάσει των κριτηρίων εγγραφής και κατάταξης των επιχειρήσεων στα Μητρώα συντελεστών παραγωγής δημοσίων και ιδιωτικών έργων, μελετών, τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών (ΜΗ.Τ.Ε) του π.δ. υπ’ αρ. 71/2019. Κι αυτό γιατί, όπως υποστηρίζει, «με αυτά προσδιορίζεται η κατάταξη σε τάξεις. Και δεν υφίσταται ταύτιση με τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που τίθενται από τις αναθέτουσες αρχές σε συγκεκριμένη διαδικασία σύναψης σύμβασης».
Αποτελεσματική επίβλεψη
Επί του ίδιους θέματος, αν και επικαλούμενη την Αιτιολογική έκθεση, αναφέρει, ότι σκοπός, του άρθρου 57 , «είναι η αποτελεσματική επίβλεψη του έργου. Χωρίς οικονομική επιβάρυνση των αναθετουσών αρχών, με ταυτόχρονη αντιμετώπιση της έλλειψης εξειδικευμένου και έμπειρου τεχνικού προσωπικού και διευκόλυνση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας του έργου ως προς τα ελεγκτικά καθήκοντά της».
Καταγράφει από την άλλη μία, σειρά διατάξεων, που πρέπει να ληφθούν υπόψιν και να ρυθμίσουν κανονιστικά. Τόσο το ζήτημα των κριτηρίων επιλογής των ΙΦΕ ως προς τις παρεχόμενες εξουσιοδοτήσεις. Προκειμένου να ρυθμισθούν τα προσόντα που πρέπει να διαθέτουν οι ΙΦΕ αναλόγως προς τη φύση και τη σπουδαιότητα της σύμβασης έργου η διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης επίβλεψης και η αμοιβή του αναδόχου, οι λεπτομέρειες και τα ειδικότερα θέματα που συνάπτονται με τη διαδικασία πιστοποίησης των φορέων επίβλεψης. Ως εκ τούτου, επισημαίνει εκτός από το προαναφερθέν π.δ και την απόφαση του υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, θα πρέπει να ληφθούν υπόψιν και τα εξής:
«Κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 43 παρ. 2 εδ. α’ Συντάγματος, η νομοθετική εξουσιοδότηση πρέπει να είναι ειδική και ορισμένη, υπό την έννοια ότι πρέπει να προσδιορίζει καθ’ ύλην το αντικείμενό της, δηλαδή να μην είναι γενική και αόριστη, ασχέτως αν είναι ευρεία ή στενή, ασχέτως, δηλαδή αν είναι μεγαλύτερος ή μικρότερος ο αριθμός των περιπτώσεων τις οποίες η Διοίκηση μπορεί να ρυθμίσει, βάσει της συγκεκριμένης νομοθετικής εξουσιοδότησης, κανονιστικώς (βλ. ΣτΕ Ολ. 2150, 2148, 2090/2015, 3405, 3299, 3013/2014).
Περαιτέρω, όπως έχει κριθεί, απαιτείται οπωσδήποτε να διαγράφει, η ίδια ή με παραπομπή σε άλλη διάταξη νόμου. Τις βασικές αρχές και κατευθύνσεις στο πλαίσιο των οποίων οφείλει να κινηθεί η Διοίκηση κατά την κανονιστική ρύθμιση αυτών των θεμάτων (ΣτΕ 3404 – 05/2014 Ολ., 2304/1995 Ολ., 1466/1995 Ολ., 1337/2013 7μ., 3748/2008 7μ., 966/2008, 2166/2002 7μ., 1667 – 1672/2002 7μ., 3722 – 3724/2000 7μ. κ.ά.). Βάσει των προαναφερομένων, θα ήταν σκόπιμο να γίνεται αναφορά, στις προτεινόμενες εξουσιοδοτικές διατάξεις των ανωτέρω άρθρων, των εν λόγω βασικών αρχών και κατευθύνσεων που διέπουν τα κριτήρια απόκτησης και διατήρησης επαγγελματικής επάρκειας. Προκειμένου αυτά να ρυθμισθούν κανονιστικώς βάσει της παρεχόμενης νομοθετικής εξουσιοδότησης».
πηγη: ecopress.gr