Δένδιας: Προχωρούν οι αλλαγές στις Ένοπλες Δυνάμεις – Δεν με πτοεί το πολιτικό κόστος

0
14
«Οι προκλήσεις της σύγχρονης εποχής δεν αντιμετωπίζονται με εκατοντάδες στρατόπεδα που φυτοζωούν, αλλά με συγχωνεύσεις και αύξηση πληρότητας», ανέφερε ο Νίκος Δένδιας, δηλώνοντας «πρόθυμος» να αναλάβει το πολιτικό κόστος.
Νίκος Δένδιας

«Οι προκλήσεις της σύγχρονης εποχής δεν αντιμετωπίζονται με εκατοντάδες στρατόπεδα που φυτοζωούν, αλλά με συγχωνεύσεις και αύξηση πληρότητας», ανέφερε ο Νίκος Δένδιας, δηλώνοντας «πρόθυμος» να αναλάβει το πολιτικό κόστος

«Οι μεταρρυθμίσεις στις οποίες προχωράμε στις Ένοπλες Δυνάμεις δεν είναι μία δυνητική επιλογή της χώρας. Είναι όρος εθνικής επιβίωσης μετά τις τεράστιες αλλαγές που έχουν συμβεί την τελευταία δεκαετία τόσο σε γεωπολιτικό όσο και σε τεχνολογικό επίπεδο», επισήμανε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας.

Όπως ανέφερε, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Παραπολιτικά», οι προκλήσεις της σύγχρονης εποχής «δεν αντιμετωπίζονται με εκατοντάδες στρατόπεδα που φυτοζωούν, αλλά με συγχωνεύσεις και αύξηση πληρότητας. Το ίδιο ισχύει και για τις υπόλοιπες αλλαγές», για να τονίσει χαρακτηριστικά: «Δεν με πτοεί το πολιτικό κόστος και είμαι πρόθυμος να το αναλάβω».

«Οφείλουμε», εξήγησε ο κ. Δένδιας, «να ανταποκριθούμε στις νέες συνθήκες μέσω μίας ολιστικής – και όχι αποσπασματικής – προσέγγισης, με μία σειρά μεταρρυθμίσεων που ξεκινούν από τη στολή και τον εξοπλισμό του σύγχρονου μαχητή και φτάνουν στην ανάπτυξη καινοτόμων μέσων και στο 20ετές ουσιαστικά Εξοπλιστικό Πρόγραμμα (12+8 ετών)».

Ξεκαθάρισε, δε, ότι «οι αλλαγές θα προχωρήσουν σε όλα τα επίπεδα», ενώ πρόσθεσε ότι σημαντικό μέρος των μεταρρυθμίσεων «αφορά τη μέριμνα για το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων, τον κύριο πολλαπλασιαστή ισχύος μας», όπως το οικιστικό πρόγραμμα, οι αυξήσεις στις αποδοχές μετά από 15 χρόνια, οι μεγάλες βελτιώσεις στην υγειονομική περίθαλψη.

«Η συμμετοχή μας στο πρόγραμμα F-35, επιχειρησιακό άλμα προς το μέλλον»

Για την Πολεμική μας Αεροπορία, επισήμανε ότι «αναβαθμίζεται μέσω της ένταξης των Αεροσκαφών Rafale, της συνέχισης της αναβάθμισης των F-16 Block 50 σε Viper και κυρίως της ένταξης της Ελλάδας στο πρόγραμμα των F- 35».

Ειδικότερα, όπως είπε χαρακτηριστικά, «η συμμετοχή μας στο πρόγραμμα των F-35 είναι ένα τεχνολογικό και επιχειρησιακό άλμα προς το μέλλον. Δεν πρόκειται απλώς για αεροσκάφη. Πρόκειται για πλατφόρμες μάχης, πλήρως ενταγμένες σε δικτυοκεντρικά συστήματα διοίκησης, ελέγχου και επικοινωνιών».

«Η επιλογή αυτή», προσέθεσε, «εντάσσεται στο νέο εθνικό δόγμα αποτροπής, το οποίο έχει ως πυρήνα την ‘Ασπίδα του Αχιλλέα’ – έναν πολυεπίπεδο θόλο αντιαεροπορικής, αντιβαλλιστικής, anti-drone, αντιπλοϊκής και ανθυποβρυχιακής προστασίας».

Και εξήγησε ότι «πρόκειται για μια ενοποιημένη αρχιτεκτονική, που επιτρέπει την πλήρη αξιοποίηση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων κάθε συστήματος, σε ξηρά, θάλασσα και αέρα. Τα νέα αεροσκάφη και τα πολεμικά πλοία αποδεσμεύονται από την χωρική υπεράσπιση, αποκτώντας πλέον στρατηγικό ρόλο. Όλα τα παραπάνω λειτουργούν συνδυαστικά. Πρόκειται για επένδυση στη συνέργεια».

«Μέχρι το 2030, να υπάρχει μια δύναμη 150.000 ενεργών εθελοντών εφέδρων»

Αναφερόμενος στη στρατιωτική θητεία, ο Νίκος Δένδιας ανέφερε ότι  «δημιουργούνται νέες απαιτήσεις σε έναν Στρατό που δεν είναι όπως σε άλλες χώρες αμιγώς επαγγελματικός και βασίζεται, ορθώς, στη συμμετοχή του Έλληνα πολίτη – οπλίτη».

«Η θητεία», εξήγησε, «πρέπει να εξελιχθεί, ώστε να υπηρετεί τις σύγχρονες ανάγκες ασφάλειας της πατρίδας μας και παράλληλα να είναι χρήσιμη για τους νέους. Στην κατεύθυνση αυτή, σχεδιάζεται η αναβάθμιση της βασικής εκπαίδευσης, όπως και της εκπαίδευσης ειδικότητας. Θα αποτελούν πλέον ολοκληρωμένες διαδικασίες απόκτησης εκτεταμένων επιχειρησιακών γνώσεων».

«Μετά τη βασική εκπαίδευση», σημείωσε, «οι οπλίτες που το επιθυμούν, θα μπορούν επίσης να συμμετέχουν σε πιστοποιημένα προγράμματα απόκτησης γνώσεων και ανάπτυξης δεξιοτήτων, που θα τους βοηθήσουν στη μετέπειτα ζωή τους και στην επαγγελματική τους πορεία».

«Στόχος», όπως ξεκαθάρισε, «είναι μέχρι το 2030 να υπάρχει μια δύναμη 150.000 ενεργών εθελοντών εφέδρων, που να μπορούν να καλύψουν άμεσα επιχειρησιακές ανάγκες, αν χρειαστεί».

Ανέφερε, επίσης, ότι «συνεχίζεται ο σχεδιασμός της εθελοντικής θητείας γυναικών, η εφαρμογή της οποίας θα αποτελέσει μία μεγάλη τομή, παρέχοντας πρόσβαση των Ενόπλων Δυνάμεων σε ένα σημαντικότατο ανθρώπινο κεφάλαιο».

«Οι Ένοπλες Δυνάμεις μας δεν θα είναι πλέον μόνο αγοραστές»

Ο υπουργός Άμυνας μίλησε και για την ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, την οποία χαρακτήρισε «στρατηγική επιλογή», ενώ παραδέχθηκε ότι «η σημερινή συνεισφορά της εγχώριας βιομηχανίας στις ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων είναι πολύ χαμηλή».

«Το νέο Μακροπρόθεσμο Πρόγραμμα Αμυντικών Εξοπλισμών (ΜΠΑΕ) προβλέπει ρητά ότι οι εξοπλιστικές συμβάσεις θα περιλαμβάνουν μεσοσταθμικά συμμετοχή ελληνικής προστιθέμενης αξίας σε ποσοστό 25%. Στην κατεύθυνση της ανάπτυξης της αμυντικής τεχνολογίας στη χώρα μας, σημαντικός είναι επίσης ο ρόλος του Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας (ΕΛΚΑΚ), το οποίο αποτελεί τον δίαυλο με το επιχειρησιακό πεδίο», υπογράμμισε.

«Στόχος μας, σε κάθε περίπτωση, είναι η Ελλάδα να διεκδικήσει παρουσία στις τεχνολογικές εξελίξεις και η αμυντική μας βιομηχανία να συμβάλλει στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και στην αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας. Φιλοδοξούμε η Ελλάδα να μην είναι πια μια χώρα που ξοδεύει δισεκατομμύρια για την άμυνά της και δεν κρατά τίποτα για την παραγωγή της», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Δένδιας.

Για να προσθέσει πως «οι Ένοπλες Δυνάμεις μας θα είναι πλέον όχι μόνο αγοραστές, αλλά και συντελεστές ανάπτυξης τεχνολογίας. Άλλωστε, η εγχώρια παραγωγή δεν είναι μόνο οικονομική επένδυση. Δημιουργεί τεχνογνωσία, εξωστρέφεια και θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης. Αυτό είναι το πραγματικό περιεχόμενο της στρατηγικής μας: Άμυνα με ελληνική υπογραφή».

Για τη συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα

Κληθείς να σχολιάσει εάν έχει τη δυνατότητα η Ελλάδα να πείσει ευρωπαϊκές χώρες να μην προμηθεύονται στρατιωτικούς εξοπλισμούς από την Τουρκία, ο Νίκος Δένδιας επισήμανε πως «το ζητούμενο δεν είναι να επιβάλουμε μία απόφαση σε μία άλλη χώρα, αλλά να αναδείξουμε τις ευρύτερες συνέπειες μιας τέτοιας επιλογής, οι οποίες ενδεχομένως υπερβαίνουν τα στενά οικονομικά ή τεχνικά οφέλη».

«Οφείλουμε», όπως τόνισε, «να κινηθούμε με πειθώ και να καταστήσουμε σαφές ποιος είναι ο βαθύτερος κίνδυνος μιας τέτοιας απόφασης. Όταν μια χώρα εισάγει οπλικά συστήματα από κράτη που δεν συμμετέχουν στην ΕΕ και δεν ενστερνίζονται τις ίδιες αξίες και αρχές και τον ίδιο σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο, τότε διατρέχει τον κίνδυνο όχι μόνο να λειτουργήσει υπονομευτικά απέναντι στο σύστημα αξιών που εκφράζει σήμερα η ενωμένη Ευρώπη, αλλά και να βρεθεί αντιμέτωπη με πολιτική ή στρατηγική πίεση».

«Ο κύριος κίνδυνος πίσω από αυτό είναι η μεταφορά εξελιγμένου know-how στην Τουρκία. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε τον στόχο της στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ στον τομέα της Άμυνας και της στήριξης της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας των κρατών-μελών της. Η ασφάλεια στην Ευρώπη είναι συλλογική υπόθεση», υπογράμμισε.

Και ξεκαθάρισε πως η Ελλάδα, «ως κράτος που βρίσκεται στα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης και φέρει σημαντικό αμυντικό βάρος, έχει το θεσμικό και ηθικό έρεισμα να ζητήσει από τους εταίρους της να ενισχύουν, και όχι να διαβρώνουν, το ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλειας».

«Η κυβέρνηση οφείλει να πείσει για τα Τέμπη»

Για το ζήτημα της τραγωδίας των Τεμπών, ο Νίκος Δένδιας σημείωσε ότι «σαφώς αφορά και τη Δικαιοσύνη», ενώ επανέλαβε πως «είναι εξαιρετικά επικίνδυνο αν η ελληνική κοινωνία πάψει να έχει εμπιστοσύνη σε αυτήν».

«Είναι ένα ζήτημα, όμως, από το οποίο κρίνεται και το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του. Ως κυβέρνηση οφείλουμε να πείσουμε ότι θα χυθεί άπλετο φως και θα διερευνηθεί κάθε πτυχή των αιτίων που οδήγησαν στο δυστύχημα, διαλύοντας άπαξ δια παντός τα επιχειρήματα περί δήθεν συγκάλυψης. Είναι το ελάχιστο χρέος μας στις οικογένειες των θυμάτων, όπως και στην ιστορία της παράταξής μας, ως διαχρονικής πολιτικής δύναμης υπευθυνότητας», τόνισε.

Για να καταλήξει πως «η τραγωδία αυτή που συγκλόνισε και εξακολουθεί να συγκλονίζει την ελληνική κοινωνία συμπυκνώνει διαχρονικές παραλείψεις και αστοχίες της λειτουργίας του κράτους. Με αυτή την οπτική οφείλει να αντιμετωπίζει τη διερεύνηση του δυστυχήματος και η αντιπολίτευση. Όχι σαν αίτημα για την πτώση της κυβέρνησης. Ο ελληνικός λαός είναι σαφές ότι δεν ανέχεται μια απόπειρα τυχόν συγκάλυψης, αλλά δεν συνυπογράφει και την απόπειρα εργαλειοποίησης».

ΠΗΓΗ: in.gr