Ορατός ο κίνδυνος ερημοποίησης στη Δυτική Ελλάδα

0
222

Η κλιματική κρίση αλλάζει τον αγροτικό χάρτη

Η Δυτική Ελλάδα, αποτελεί το ζωντανό παράδειγμα της νέας εποχής που  διαμορφώνουν για την αγροτική παραγωγή οι κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν τα τελευταία χρόνια. Οι συνέπειες της κλιματικής κρίσης είναι ήδη αισθητές. Οι αγρότες της Ηλείας ήρθαν αντιμέτωποι το περασμένο καλοκαίρι με την σημαντική έλλειψη ποσοτήτων νερού άρδευσης από το φράγμα Πηνειού, με τις καλλιέργειες που αποτελούν βασικό πυλώνα της αγροτικής οικονομίας να κινδυνεύουν να χαθούν και τους μικρο-μεσαίους αγρότες να σκέφτονται να εγκαταλείψουν  τον κλάδο γιατί δεν μπορούν πια να ανταπεξέλθουν στη νέα κατάσταση.

Το κλίμα αλλάζει

«Το κλίμα της Ελλάδας θα γίνει ξηρότερο λόγω της μείωσης των βροχοπτώσεων κατά 20-30% το καλοκαίρι και κατά 10% το χειμώνα» προειδοποιεί μιλώντας στο CNN Greece ο αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Γεωπονίας του Πανεπιστημίου Πατρών, Παντελής Μπαρούχας. Από τις αλλαγές στο κλίμα, επηρεάζονται περισσότερο καλλιέργειες όπως τα σιτηρά, το βαμβάκι, καθώς και δενδρώδεις καλλιέργειες και δη εκείνες που χρειάζονται άρδευση, όπως τα εσπεριδοειδή, αναφέρει ο κ. Μπαρούχας.

Προβλήματα όμως αναμένεται να έχουν ακόμη και οι ελιές και τα αμπέλια που είναι πιο ανθεκτικά στην ξηρασία, καθώς όπως υπογραμμίζει ο ακαδημαϊκός «επηρεάζονται σοβαρά σε ορισμένες κρίσιμες φάσεις της ανάπτυξής τους, γεγονός που τελικά οδηγεί σε απώλεια παραγωγής».

Να σημειωθεί δε, πως πρόκειται για δύο καλλιέργειες που συμβάλλουν ετησίως περίπου στο 30% του εγχώριου γεωργικού εισοδήματος.

«Οι περίοδοι χωρίς βροχοπτώσεις προβλέπεται να επιμηκυνθούν, το έλλειμμα υγρασίας θα αυξηθεί έως και 12% και ενδεχομένως θα εμφανιστεί αυξημένη τάση μετατροπής του εδάφους σε ξηροθερμικές εκτάσεις στο μεγαλύτερο μέρος των καλλιεργήσιμων περιοχών» περιγράφει ο καθηγητής, μιλώντας για την τάση που διαφαίνεται από αυτά τα στοιχεία.

Η πραγματικότητα, όμως, αυτή, όπως την σκιαγραφεί ο κ. Μπαρούχας δεν αφορά το μακρινό μέλλον, αλλά το παρόν της αγροτικής παραγωγής.

Αποκαλυπτική ήταν άλλωστε έρευνα της Greenpeace, που δόθηκε στη δημοσιότητα τον Οκτώβριο για την κατάσταση που επικρατεί στον πρωτογενή τομέα της Ελλάδας, όπου έχει χαθεί το 31% των μικρών αγροκτημάτων. Η μείωση αυτή, όπως επισημαίνεται στη μελέτη, αφορά τα αγροκτήματα μικρής κλίμακας, που έχουν συρρικνωθεί κατά 37% και τα οποία ωστόσο παραμένουν η «ραχοκοκαλιά» της ελληνικής γεωργίας, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 88% των αγροκτημάτων το 2021.

Όπως αναφέρεται και σε σχετική της ανακοίνωση της Greenpeace, από το 2007 έως και το 2021, τα μέσα καθαρά κέρδη ανά αγρόκτημα μειώθηκαν κατά 13%, ενώ τα μικρά αγροκτήματα κέρδιζαν κατά μέσο όρο 29% λιγότερο σε σχέση με το 2007.

Ποιες περιοχές θα επηρεαστούν περισσότερο;

Αναφερόμενος στις περιοχές που θα επηρεαστούν περισσότερο, ο κ. Μπαρούχας απαντά πως, σύμφωνα με τα επικρατέστερα σενάρια, μεγαλύτερη μείωση της γεωργικής παραγωγής θα υποστούν «οι περιοχές της Δυτικής Ελλάδας (συμπεριλαμβανομένων των Ιονίων Νήσων, π.χ. Κέρκυρα), της Πελοποννήσου και του Αιγαίου (π.χ. Σάμος)».

Απεναντίας ορισμένα σενάρια προβλέπουν θετικές επιπτώσεις για τις πιο εύκρατες περιοχές, όπως η Κρήτη. Σε κάθε περίπτωση, επισημαίνει ο ίδιος, οι ακραίες καιρικές συνθήκες «οδηγούν σε σημαντική μείωση των γεωργικών εσόδων και, με την πάροδο του χρόνου, συμβάλλουν σταδιακά στην ερημοποίηση των εδαφών μας».

Η στρατηγική της επόμενης μέρας

Τι πρέπει, λοιπόν, να γίνει για να επιβιώσει ο αγροτικός τομέας της Ελλάδας;

Για αρχή, όπως αναφέρει ο κ. Μπαρούχας «είναι αναγκαίο σε πολλές περιοχές, λόγω και της γεωμορφολογίας τους, να γνωρίζουμε ποιες είναι οι ποσότητες νερού που δέχεται το έδαφος στα υψηλότερα σημεία, να είμαστε βέβαιοι για την συνεχή συντήρηση των στραγγιστικών δικτύων και να είμαστε έτοιμοι για την αντιμετώπιση ενδεχομένων κρίσεων».

Σύμφωνα με τον επιστήμονα, στην γεωργία η κλιματική κρίση μπορεί να αντιμετωπιστεί με πρόληψη αλλά και με ενδεχόμενη προσαρμογή των παραγωγών στις νέες συνθήκες.

«Και για τα δύο αυτά ζητήματα χρειάζεται η συνέργεια της λεγόμενης “τετραπλής έλικας”, δηλαδή των κρατικών φορέων που ασκούν πολιτική, των επιστημονικών φορέων, των επιχειρήσεων του αγροτικού τομέα και των κοινωνικών ομάδων που κυρίως πλήττονται και παράγουν (συνεταιρισμοί, ομάδες παραγωγών, κλπ)».

Έπειτα, τα κύρια μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν αφορούν ακριβώς αυτή την πρόληψη και την προσαρμογή. «Η πρόληψη αφορά την ορθολογική διαχείριση των εδαφοϋδατικών πόρων που οδηγεί σε αντιμετώπιση της υποβάθμισης των εδαφών και επάρκεια σε αποθέματα νερού, όπως παραδείγματος χάριν δράσεις για την συγκράτηση του οργανικού άνθρακα στο έδαφος. Η προσαρμογή θα μπορούσε να έχει στοιχεία παραγωγής νέων ποικιλιών ανθεκτικών σε φαινόμενα διαρκούς ξηρασίας και σίγουρα ενσωμάτωση νέας τεχνολογίας στην παραγωγή όπως π.χ συστήματα για την ορθολογική διαχείριση του νερού άρδευσης» αναλύει. Όμως, όπως, τονίζει εμφατικά ο κ. Μπαρούχας, κύριο χαρακτηριστικό που θα πρέπει να διαπνέει τόσο τους ανθρώπους του κλάδου, όσο και τις αρμόδιες Αρχές «είναι η απόκτηση εδαφολογικής και ευρύτερης καλλιεργητικής συνείδησης».

Με πληροφορίες από το CNN Greece