Τροπικές νύχτες, αύξηση των θερμικών επεισοδίων, της μέσης θερμοκρασίας κατά τους καλοκαιρινούς μήνες έως και 3 βαθμούς και των πλημμυρικών φαινομένων επιφυλάσσει η κλιματική κρίση στις ελληνικές πόλεις, οι οποίες στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον θα γίνουν αρκετά πιο ζεστές και ιδιαίτερα ευάλωτες. Αθήνα, Καλαμάτα και Πάτρα θα δουν τη μεγαλύτερη αύξηση της μέσης θερμοκρασίας, ενώ θα αυξηθούν σημαντικά και οι νύχτες κατά τις οποίες η θερμοκρασία δε θα πέφτει κάτω από τους 20 βαθμούς Κελσίου. Αυτό επισημαίνεται σε μελέτη που εκπονήθηκε για λογαριασμό της «Διανέοσις» με επιστημονικό υπεύθυνο τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών, Κωνσταντίνο Καρτάλη.
Αναλύοντας τις συνέπειες ανά οικονομικό κλάδο, οι ερευνητές κατέληξαν σε ένα μάλλον …παράδοξο συμπέρασμα, ότι οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στον πρωτογενή τομέα δεν είναι μόνο αρνητικές δεδομένου ότι για πολλές καλλιέργειες η βλαστική περίοδος θα επιμηκυνθεί, ενώ σε κάποιες περιοχές θα διευρυνθεί ή θα αλλάξει η δυνατότητα ανάπτυξης κάποιων καλλιεργειών (οι αυξημένες θερμοκρασίες γενικά ωφελούν το βαμβάκι). «Περιοχές που έως τώρα ήταν ακατάλληλες για την καλλιέργεια συγκεκριμένων ποικιλιών κρασιού, τώρα θα γίνουν κατάλληλες», σημειώνουν προσθέτοντας πως σε όλα τα σενάρια μειώνεται ο κίνδυνος καταστροφής καλλιεργειών από παγετό.
Όμως κάπου εδώ τελειώνουν τα καλά νέα. Οι περισσότερες συνέπειες θα είναι αναμφίβολα αρνητικές. Σύμφωνα με όλα τα σενάρια, μειώνονται οι βροχοπτώσεις σε όλες τις περιοχές, μειώνεται η εδαφική υγρασία (ιδιαίτερα την άνοιξη), αυξάνεται η ξηρασία σε όλες τις περιοχές της Ελλάδας και αυξάνονται οι ημέρες με πολύ υψηλές θερμοκρασίες. Στη Λάρισα και τη Θεσσαλονίκη εκτιμάται ότι οι καλλιέργειες θα επηρεαστούν πολύ και από ακραία φαινόμενα.
Οι συνέπειες, δε, δεν θα είναι ομοιόμορφες σε ολόκληρη την επικράτεια. Οι περισσότερες καλλιέργειες και η κτηνοτροφία θα επηρεαστούν αρνητικά κυρίως στην Ηλεία, στο Ηράκλειο της Κρήτης, την Κορινθία και τη Λάρισα. Αντίθετα, ανάμεσα στις περιοχές που θα επηρεαστούν λιγότερο είναι ο Έβρος, η Φθιώτιδα και η Αιτωλοακαρνανία. Οι επιπτώσεις θα διαφοροποιούνται και ανάλογα με την ευαισθησία και τη συμπεριφορά κάθε καλλιέργειας. Η ελιά, για παράδειγμα, είναι εξαιρετικά ανθεκτική στην ξηρασία και την υψηλή θερμοκρασία, οπότε θεωρητικά θα μπορούσε να αντέξει τις εντονότερες συνέπειες. Ωστόσο, το ότι τον χειμώνα θα κάνει λιγότερο κρύο -το κρύο είναι απαραίτητο για τη σωστή άνθιση της ελιάς- είναι πιθανό να επηρεάσει αρνητικά την παραγωγή των ελαιόδενδρων. Η παραγωγικότητα των αμπελώνων θα επηρεαστεί, επίσης, όπως, και ο λόγος των σακχάρων και οξέων στο ίδιο το προϊόν -η γεύση και ποιότητα του κρασιού που παράγεται σε όλες τις περιοχές της χώρας θα αλλάξει. Η καλλιέργεια ζωωτροφών, δε, θα έχει μειωμένη απόδοση και μεγαλύτερες απαιτήσεις για νερό.
Οι ΤΟΕΒ, Οι ΓΟΕΒ Και Τα Έργα Άρδευσης Στην Ελλάδα
Αλλά τι μπορεί να γίνει για να αντιμετωπιστούν αυτές οι πιέσεις; Οι ερευνητές, εστιάζοντας σε οκτώ από τις πιο σημαντικές γεωργικές και κτηνοτροφικές περιοχές της Ελλάδας (Αιτωλοακαρνανία, Θεσσαλία, Φθιώτιδα, Ηλεία, Έβρο, Ηράκλειο, Νομό Θεσσαλονίκης και Κορινθία), χαρτογράφησαν την υφιστάμενη παραγωγή, αξιολόγησαν τις πιέσεις που θα προκύψουν στις συγκεκριμένες περιοχές και για συγκεκριμένες καλλιέργειες στο κοντινό μέλλον και πρότειναν στοχευμένα μέτρα. Το αναπόδραστο συμπέρασμα είναι ότι οι παραγωγοί πρέπει να λάβουν υπ’ όψιν τις επερχόμενες αλλαγές και να προσαρμόσουν τις καλλιέργειες τους κατάλληλα. Πρέπει οπωσδήποτε να δοθεί μεγάλη έμφαση στη διαχείριση των υδάτων και την αποδοτικότητα της άρδευσης, που σήμερα ακόμα δεν γίνεται με τον καλύτερο τρόπο (πολλές περιοχές της χώρας αντιμετωπίζουν ήδη σοβαρό πρόβλημα). Παρεμπιπτόντως, η διαΝΕΟσις έχει δημοσιεύσει μια έρευνα για τους ΤΟΕΒ και τους ΓΟΕΒ, τους συνεταιρισμούς αγροτών που διαχειρίζονται τα αρδευτικά νερά, η οποία προτείνει ένα νέο μοντέλο διαχείρισης ώστε να καταστούν αυτοί οι οργανισμοί βιώσιμοι.
Η διαφοροποίηση και η εναλλαγή καλλιεργειών, η επιλογή καλλιεργειών που προσαρμόζονται καλύτερα στις νέες κλιματικές συνθήκες ανά περιοχή, η επιλογή καλυμμένων καλλιεργειών και η παραγωγή σε θερμοκήπια, καθώς και η πολύ προσεκτικά στοχευμένη αποστράγγιση γεωργικής γης (που μειώνει τη διάβρωση του εδάφους και τις επιπτώσεις των πλημμυρών) είναι επίσης απαραίτητα εργαλεία για την προσαρμογή του πρωτογενούς τομέα.
Τέλος, οι κλιματικές πιέσεις που έρχονται είναι ένας ακόμα λόγος για να δοθεί έμφαση στην επονομαζόμενη “γεωργία ακριβείας”, που χρησιμοποιεί σύγχρονες τεχνικές και τεχνολογικά εργαλεία (αισθητήρες στο έδαφος, GPS και εργαλεία τηλε-επισκόπησης της παραγωγής). Σε κάθε περίπτωση, οι ερευνητές τονίζουν πως όλες αυτές οι παρεμβάσεις θα πρέπει να συνοδευτούν από εκστρατείες ενημέρωσης των καλλιεργητών και των εκτροφέων τόσο για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη δουλειά τους, όσο και για τα διαθέσιμα εργαλεία για την αντιμετώπιση αυτών των επιπτώσεων.