Η αγορά των δημόσιων έργων τείνει σε μονοπωλιακή

0
149

ΠΕΣΕΔΕ

«Η αγορά των δημόσιων έργων τείνει να χαρακτηρισθεί μονοπωλιακή, με ότι αυτό συνεπάγεται για την εξασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος και για την υγιή λειτουργία του κλάδου»,  τονίζει η πρόεδρος Πανελλήνιας Ένωσης Συνδέσμων Εργοληπτών, Δημοσίων Έργων (ΠΕΣΕΔΕ) Μαρία Τσιομπάνου, σε συνέντευξή της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, και επισημαίνει ότι «το πάγωμα, χωρίς καμία απολύτως πραγματική αιτία, της λειτουργίας του νέου Εθνικού Μητρώου αποτέλεσε τροχοπέδη στην δημιουργία νέων εταιριών στην 7η τάξη».

Η κ. Τσιομπάνου αναφέρθηκε ακόμη στις προκλήσεις του κλάδου των κατασκευών, επισημαίνοντας τις δυσκολίες αλλά και τις δυνατότητες στη νέα εποχή. Επί τάπητος έθεσε τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται, την ανάγκη αναδιάρθωσης του κλάδου, ζητήματα χρηματοδοτήσεων αλλά και θέματα που έχουν να κάνουν με διαχρονικές παθογένειες.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης της κ. Τσιομπάνου στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και στον δημοσιογράφο Ηλία Παλιαλέξη:

– Ο Κατασκευαστικός κλάδος βρίσκεται σε μία νέα εποχή. Έχει βγει από την εποχή της βαθιάς ύφεσης και προσπαθεί να αποκτήσει ένα σταθερό ρυθμό δραστηριότητας. Ποια είναι κατά την γνώμη σας τα θεσμικά προβλήματα που καλείται σήμερα να αντιμετωπίσει και αποτελούν τροχοπέδη στην αναπτυξιακή του πορεία;

-Είναι γεγονός ότι στον κλάδο μας έχουν συντελεστεί αρκετές μεταρρυθμίσεις. Είναι, επίσης, γεγονός ότι οι εργοληπτικές επιχειρήσεις περάσαν μία μεγάλη και δύσκολη περίοδο προσαρμογής στα νέα δεδομένα και στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της τεράστιας ύφεσης του κλάδου στα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Σήμερα, βρισκόμαστε σε μία περίοδο όπου γίνεται προσπάθεια σταθεροποίησης και εξέλιξης της κατασκευαστικής δραστηριότητας. Ακόμη, όμως, δεν έχουμε φθάσει στο σημείο εκείνο όπου μπορούμε να μιλάμε για κανονικότητα της λειτουργίας των επιχειρήσεών μας.

Για να μπορούμε να μιλάμε για κανονικότητα πρέπει να βελτιωθούν και να υλοποιηθούν εντέλει οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις. Δημιουργώντας συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού και υιοθετώντας, πραγματικά και όχι στα λόγια, τις γενικές αρχές των δημοσίων συμβάσεων και των ευρωπαϊκών οδηγιών μπορεί να επιτευχθεί στην ουσία του ο εκσυγχρονισμός του κλάδου χωρίς να επιβαρύνει τα δημοσιονομικά του Κράτους.

-Ποιες είναι αυτές οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις;

-Η Εταιρεία προδιαγραφών και τιμολόγησης Τεχνικών Έργων και Μελετώνπαραμένει ακόμη ανενεργή η νομοθετημένη μεταρρύθμιση της λειτουργίας της Εταιρίας προδιαγραφών και τιμολόγησης τεχνικών έργων και μελετών. Επιλύοντας τα θεσμικά θέματα του καταστατικού ιδρύσεως της Εταιρίας και εκκινώντας την λειτουργία της, επιτυγχάνεται ένα σημαντικό βήμα εκσυγχρονισμού, τοποθετώντας τα δημόσια έργα σε μία νέα εποχή. Σήμερα οι μελέτες και τα δημόσια έργα υλοποιούνται με προδιαγραφές της προηγούμενης εικοσαετίας ενώ ο τεχνικός κόσμος μιλάει για ΒΙΜ και τεχνητή νοημοσύνη.

Άλλο παράδειγμα θεσμικής παρεκτροπής αποτελεί η προσπάθεια του Υπουργείου να αντιμετωπίσει το ζήτημα της αναθεώρησης των τιμών με ημίμετρα και όχι με βάση τις προβλέψεις του θεσμικού μας πλαισίου και συγκεκριμένα του άρθρου 153. Η άρνηση του Υπουργείου να εφαρμόσει ορθά το θεσμικό πλαίσιο έχει ως αποτέλεσμα να επικρατεί το απόλυτο «μπάχαλο» όσο αφορά τους συντελεστές αναθεώρησης. Η κάθε εργοληπτική επιχείρηση εφαρμόζει στις δημόσιες συμβάσεις άλλους συντελεστές αναθεώρησης ανάλογα με τα «κέφια» που έχει η κάθε Αναθέτουσα Αρχή. Ζούμε σε μία εποχή «πληθωριστικής» οικονομίας και αντί το γεγονός αυτό να αναγνωρισθεί από το Υπουργείο και να εφαρμόσει τον νόμο εξασφαλίζοντας την ίση αντιμετώπιση όλων των εργοληπτικών επιχειρήσεων με την στάση που τηρεί επιτρέπει αυτή την άναρχη και άδικη λειτουργία του θεσμού.

Μερικές ακόμα απαραίτητες θεσμικές μεταρρυθμίσεις, που δεν «στοιχίζουν», αλλά αναβαθμίζουν είναι η κατάργηση του ανεκτέλεστου ορίου, θα πρέπει να υπάρχει μόνο μία εργολαβία ανάμεσα σε επιχειρήσεις του μητρώου που θα είναι φυσικά επίσημη, εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας, καθώς οι συνενώσεις προϋπολογισμών έργων παραβιάζουν αυτή την αρχή, αλλά και εφαρμογή του ΠΔ71/2019 με βελτίωση συγκεκριμένων σημείων, καθώς επίσης και η έκδοση διευκρινιστικής εγκυκλίου για την χρήση της δάνειας εμπειρίας – αρθρο 50.

Οι Θεσμοί αποτελούν τα θεμέλια πάνω στα οποία μία σύγχρονη κοινωνία θα «χτίσει» την λειτουργία της, την ευημερία της και την θέση της στην παγκόσμια κοινότητα. Επομένως, η ανάπτυξη αλλά και η ανεξαρτησία μιας χώρας στηρίζεται κατά κύριο λόγο στην ποιότητα των θεσμών της, που δίνουν τα κίνητρα και τα αντικίνητρα για την συμπεριφορά των πολιτών και των πολιτικών. H Ελλάδα βρίσκεται σε ακριβώς αυτό το σημείο, όπου η όποια περαιτέρω εξασθένιση των Θεσμών μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλη και μακροπρόθεσμη απώλεια πλούτου και ευημερίας. Ο επανασχεδιασμός των βασικών θεσμών του ελληνικού κράτους είναι άμεσα απαιτητέος και φυσικά το ίδιο απαιτητέα είναι η αυστηρή και συστηματική τήρησή τους από όλους ανεξαιρέτως.

-Ποια θα πρέπει να είναι η διάρθρωση του κλάδου και ποιος ο ρόλος της δημόσιας διοίκησης ώστε το αναπτυξιακό αποτύπωμα που θα αφήσει η νέα περίοδος, με αιχμή την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, θα είναι όσο γίνεται πιο ισχυρό και θα αφορά το σύνολο της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας;

-Θα ξεκινήσω από την Δημόσια Διοίκηση και θα αναφερθώ στην πολύ μεγάλη ανάγκη στελέχωσή της από μηχανικούς όλων των ειδικοτήτων. Θα αναγνωρίσω στους συναδέλφους της δημόσιας διοίκησης ότι αυτή την εποχή σηκώνουν ένα δυσανάλογο βάρος στις πλάτες τους και είναι πράγματι αξιοθαύμαστο ότι επιβλέπουν ένα τεράστιο όγκο δημόσιων έργων. Απαιτείται άμεση επάνδρωση όλων των δημόσιων υπηρεσιών από κατάλληλα στελέχη και κατά την γνώμη μου η αντικειμενική τους αξιολόγηση, ως κίνητρο και ανταμοιβή για τις υπηρεσίες που παρέχουν.

Το γεγονός της υποστελέχωσης έχει φυσικά ως αποτέλεσμα την αργή εξέλιξη και υλοποίηση των δημόσιων συμβάσεων. ‘Όλοι αναγνωρίζουμε τον καταλυτικό ρόλο που παίζει η αποτελεσματικότητα της Δημόσιας Διοίκησης. Ειδικότερα στην παρούσα χρονική στιγμή, η Δημόσια Διοίκηση είναι αυτή που θα ενισχύσει όλες τις αναπτυξιακές δράσεις, είναι αυτή που θα παρακολουθεί και θα βελτιώνει τα μέτρα, θα κατευθύνει συντονισμένες δράσεις, που θα έχουν ως στόχο την ανάπτυξη της Χώρας. Επομένως, η διοικητική και θεσμική ευστάθεια και αποτελεσματικότητα θα οδηγήσουν και θα βοηθήσουν την Χώρα μας να ξεφύγει από την σημερινή κατάσταση. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι κράτη με αποτελεσματική Δημόσια Διοίκηση και ποιοτικούς και σταθερούς θεσμούς αναπτύσσονται και εξελίσσονται ταχύτερα.

Το πιο κρίσιμο σημείο όμως είναι να σταματήσει η στρέβλωση που παρατηρείται στην διάρθρωση του κλάδου. Η αγορά των δημόσιων έργων τείνει να χαρακτηρισθεί μονοπωλιακή, με ότι αυτό συνεπάγεται για την εξασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος και για την υγιή λειτουργία του κλάδου. Αποτελεί μοναδικό φαινόμενο για την ιστορία του χώρου η υπερσυγκέντρωση που παρατηρείται στις εταιρείες της 7ης τάξεως και η χαοτική διαφορά με την αμέσως επόμενη βαθμίδα. Το πάγωμα, χωρίς καμία απολύτως πραγματική αιτία, της λειτουργίας του νέου Εθνικού Μητρώου αποτέλεσε τροχοπέδη στην δημιουργία νέων εταιριών στην 7η τάξη. Η ανακοίνωση της ενεργοποίησής του χωρίς καμία απολύτως αλλαγή, παρόλο που επιτροπές δούλεψαν επί ένα χρόνο πάνω στα θέματα του Προεδρικού Διατάγματος, δημιουργεί ερωτηματικά. Το γεγονός ότι τέσσερεις μήνες μετά δεν έχει εκδοθεί ακόμη διευκρινιστική υπουργική εγκύκλιος για το πώς ακριβώς θα γίνει χρήση της δάνειας εμπειρίας δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερα ερωτηματικά.

Η εμμονή σε συνενώσεις έργων, με αποτέλεσμα πολύ υψηλούς προϋπολογισμούς διαγωνισμών, δημιουργεί συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού και αντίκειται στην βασική αρχή της αναλογικότητας.

Πώς μπορεί να διασφαλιστεί η παραγωγική, και δημιουργική συμμετοχή του κατασκευαστικού κλάδου στο νέο αναπτυξιακό πρότυπο της χώρας;

-Για την αποτελεσματική συμμετοχή του κατασκευαστικού κλάδου στο επιδιωκόμενο νέο αναπτυξιακό πρότυπο της χώρας και για την εξασφάλιση υγιούς επιχειρηματικού περιβάλλοντος απαιτείται ένας προσεκτικός σχεδιασμός που θα αφορά το σύνολο του Κλάδου και όχι μόνο τους μεγάλους κατασκευαστικούς ομίλους.

Τέλος, και εξίσου σημαντικό είναι η βελτίωση των ίδιων των κατασκευαστικών επιχειρήσεων. Η συσσωρευμένη εμπειρία τόσο των χρόνων της ευμάρειας όσο και των χρόνων της κρίσης πρέπει με κάποιο τρόπο να αξιολογηθεί και να «επενδυθεί» μέσα στις επιχειρήσεις του κλάδου και ιδιαίτερα από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η αύξηση και βελτίωση της παραγωγικότητάς μας (ως προς τους παράγοντες του κόστους, του χρόνου αποπεράτωσης, της ποιότητας και της καινοτομίας), η συμμετοχή μας στη διαρκή αναβάθμιση (ενεργειακή και όχι μόνο) της κατασκευής κατοικιών / κτισμάτων με στόχο την αύξηση της ζήτησης, η στροφή των μεγάλων και μεσαίων εταιρειών στη διεθνή αγορά των κατασκευών και η διασφάλιση της παροχής ευκαιριών στο ανενεργό ανθρώπινο δυναμικό, είναι αναγκαίες διαδικασίες, ώστε εμείς οι ίδιοι να συμμετάσχουμε και να ενισχύσουμε την ανάκαμψη του τομέα.

Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις έχουμε, να αντιμετωπίσουμε, εκτός των άλλων, την έπαρση Αναθετουσών Αρχών που διεκδικούν το αλάθητο και θέλουν να προσπεράσουν και να αποφύγουν θεσμικά δικαιώματα των υποψηφίων αναδόχων. Αυτή ακριβώς η στάση, η προσπάθεια, δηλαδή, παράκαμψης των νόμων που κατοχυρώνουν θεμελιώδη δικαιώματα των οικονομικών φορέων, είναι που υποβαθμίζουν τους θεσμούς και εντέλει την λειτουργία μας και την αναπτυξιακή πορεία του ελληνικού κράτους.